-->

Τρίτη 18 Αυγούστου 2009

ΚΥΠΡΟΣ : Ερωτήματα για τις φωτογραφίες εκτελεσμένων


Επανέρχομαι σήμερα και αναδημοσιεύω το σχετικό άρθρο της ¨ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗΣ' γιατί θεωρώ ΑΔΙΑΝΟΗΤΟ ότι εξαφανίγτηκαν τα πειστήρια εκείνα που θα έριχναν φώς και βάλσαμο στις οικογένειες των αγνοουμένων της Κυπριακής Τραγωδίας.


Είναι απαράδεκτη η απόκρυψη του φωτογραφικού υλικού, που πέρα από την βιαιότητα του Τουρκικού και Τουρκοκυπριακού στοιχείου ΑΠΟΚΑΛΥΠΤΕ την τύχη κάποιων ΕΛΛΗΝΩΝ και ΚΥΠΡΙΩΝ που αγνοούνται από το 1974.

Η απόκρυψη των στοιχείων αυτών αποτελεί ΕΘΝΙΚΗ ΠΡΟΔΟΣΙΑ και οι υπεύθυνοι πρέπει έστω και τώρα να ΛΟΓΟΔΟΤΗΣΟΥΝ για τις πράξεις ή τις παραλήψεις τους.

Κων/νος Γραικιώτης
Οικονομολόγος
Έφ. Ανθ/γος (ΠΒ)

Ο Εργκίν Κονούκσεβερ με τη φωτογραφική μηχανή του στην Κύπρο το 1974.

Η μαρτυρία του Τούρκου φωτογράφου, ο οποίος απαθανάτισε την ωμή εκτέλεση των πέντε αιχμαλώτων Ελληνοκυπρίων στρατιωτών το 1974, από τον τουρκικό στρατό εισβολής, προκαλεί ερωτήματα για την τύχη εκατοντάδων άλλων αποκαλυπτικών φωτογραφιών, που παραδόθηκαν από τον ίδιο σε Ελληνοκυπρίους, όταν αιχμαλωτίστηκε. Ο Εργκίν Κονούκσεβερ μιλάει στην «Κ» για την εισβολή και τον Ελληνοκύπριο γιατρό ο οποίος του έσωσε τη ζωή.

«Τα φιλμ είχαν συλλήψεις και εκτελέσεις των Ελλήνων»
O Τούρκος φωτογράφος Εργκίν Κονούκσεβερ, που κατέγραψε την εισβολή στην Κύπρο, μιλάει στην «Κ»

Του Ανδρεα Παρασχου

Βασανιστικά ερωτήματα εγείρονται για την τύχη εκατοντάδων φωτογραφιών, ντοκουμέντων της τουρκικής εισβολής του '74, που μάλιστα τραβήχτηκαν από το χέρι του Τούρκου πολεμικού απεσταλμένου Εργκίν Κονούκσεβερ, ο οποίος ακολουθούσε κατά πόδας τα κατοχικά στρατεύματα. Ο Κονούκσεβερ, στις 14 Αυγούστου 1974, πιάστηκε αιχμάλωτος από Ελληνοκύπριους στρατιώτες και έτσι στα χέρια της ελληνοκυπριακής πλευράς περιήλθαν 15-16 φιλμ, όλα με φωτογραφίες από την προέλαση του τουρκικού στρατού, καταλήψεις χωριών, συλλήψεις αιχμαλώτων και, όπως λέει ο ίδιος στην «Κ», εκτελέσεις και ταφές Ελληνοκυπρίων. Κι όμως, επισήμως, διασώζονται μόνο εκείνες οι πέντε - έξι φωτογραφίες-σύμβολα με τα πέντε παλικάρια «στα γόνατα και με τα χέρια ψηλά». Τώρα, συγγενείς των αγνοουμένων και οι συμπολεμιστές τους, οργισμένοι, απαιτούν να μάθουν ποιοι πήραν τα φιλμ και γιατί εξαφανίστηκαν τα ντοκουμέντα, κάνοντας λόγο για δεύτερη προδοσία...

Ο Τούρκος φωτογράφος δηλώνει στην «Κ» ότι απαθανάτισε τη σύλληψη, την εκτέλεση και την ταφή των πέντε στρατιωτών. Ο Ελληνοκύπριος λοχίας, ο οποίος τον συνέλαβε το 1974, μαρτυρεί ότι μηχανές και φιλμ εστάλησαν από τον ίδιο στο Γενικό Επιτελείο (ΓΕΕΦ). Ο επαγγελματίας που εμφάνισε τα φιλμ δηλώνει ότι του τα πήγε εκεί έφεδρος αξιωματικός. Ο έφεδρος λέει ότι τα παρέδωσε σε αξιωματικό στο ΓΕΕΦ, ο οποίος όμως αρνείται ότι πήρε ποτέ στα χέρια του τέτοιο υλικό. Οι αποκαλύψεις για τις φωτογραφίες έλαβαν τα τελευταία 24ωρα μορφή χιονοστιβάδας, η οποία είναι απρόβλεπτο τι ή ποιους θα παρασύρει ή και διασύρει.

Μετά την ενημέρωση, πριν από μια εβδομάδα, των οικογενειών των Αντωνάκη Κορέλλη, Παναγιώτη Νικολάου, Γιάννη Παπαγιάννη, Χριστόφορου Σκορδή και Φίλιππου Χατζηκυριάκου, από τη Διερευνητική Επιτροπή Αγνοουμένων (ΔΕΑ), ότι τα λείψανά τους βρέθηκαν σε πηγάδι και με τη δημοσιότητα που δόθηκε σε Κύπρο, Ελλάδα και Τουρκία, στην επιφάνεια έρχονται συγκλονιστικά στοιχεία που συνηγορούν στο ότι: Το κραυγαλέο έγκλημα πολέμου της Τουρκίας έχει και μια σκοτεινή πτυχή που χάνεται στην αδιαφάνεια, κρατικών, στρατιωτικών και ενίοτε πολιτικών γραφείων της Κυπριακής Δημοκρατίας. Αποτέλεσμα ήταν να κρατηθούν οι συγγενείς αγνοουμένων στο σκοτάδι για 35 ολόκληρα χρόνια και τώρα, με τις εκταφές-ταυτοποιήσεις, να αποκαλύπτεται ότι κάποιοι που γνώριζαν, αντί να ενημερώσουν τις οικογένειες, επέλεγαν να κρατούν το ζήτημα «ανοικτό», για λόγους που κανένα εθνικό συμφέρον μπορεί να δικαιολογήσει.


Η διαταγή ήταν να πάνε στο ΓΕΕΦ

Ηταν απόγευμα της 14ης Αυγούστου, λέει στην «Κ» ο έφεδρος τότε λοχίας, Παύλος Βωνιάτης. «Από το πρωί είχε ξεκινήσει η προέλαση των τουρκικών αρμάτων κι εμείς ταμπουρωμένοι ανταλλάσσαμε πυρά με τα τουρκικά φυλάκια στην περιοχή Μπάτα στη Λευκωσία, περιμένοντας ότι θα έρχονταν ελληνικά αεροπλάνα. Το απόγευμα λίγο μετά τις πέντε, είδα ένα αυτοκίνητο με τουρκική σημαία να έρχεται ολοταχώς προς το φυλάκιο. Αρχίσαμε να πυροβολούμε μέχρι που σταμάτησε μπροστά στο φυλάκιο. Ηταν πράσινο σκούρο βαν με το τιμόνι στα αριστερά, ένδειξη ότι ήταν από Τουρκία. Το κεφάλι του οδηγού φάνηκε να γέρνει μπροστά. Αμέσως ακούσαμε γυναίκες να ουρλιάζουν και φάνηκαν δύο άσπρα μαντίλια. Φώναξα να μην πυροβολήσουν άλλο γιατί υπάρχουν γυναικόπαιδα. Κατέβηκε ο φωτογράφος, ο οποίος έφερε μεγάλο τραύμα στη δεξιά ωμοπλάτη και φαινόταν να προεξέχει όλο το κόκαλο (το «μήλο») του ώμου του. Τους βάλαμε να κάτσουν στην πίσω βεράντα του σπιτιού-φυλακίου και τους δώσαμε να πιουν κρύο νερό. Αγγλιστί είπα στον φωτορεπόρτερ να πει στις γυναίκες να σταματήσουν να κλαίνε και δεν πειράζουμε αμάχους. Μετά τηλεφώνησα στον λοχαγό και τον ενημέρωσα. Σε μισή περίπου ώρα έστειλε τεθωρακισμένο όχημα και τους πήρανε. Στον συνοδηγό έδωσα μια τσάντα με τον φωτογραφικό εξοπλισμό του Κονούκσεβερ και τα φιλμ και του είπα ότι η διαταγή ήταν να τα πάει στο ΓΕΕΦ. Μετά κάποιες μέρες είδα να δημοσιεύονται στην εφημερίδα «Η Μάχη», του Νίκου Σαμψών, οι γνωστές πλέον φωτογραφίες και είπα «να οι φωτογραφίες που συλλάβαμε», διότι ήξερα ότι στο ΓΕΕΦ υπήρχαν άνθρωποι του Σαμψών» (ο πρόεδρος της πραξικοπηματικής κυβέρνησης που εγκατέστησε η Χούντα).

Ο μυστηριώδης έφεδρος αξιωματικός

Το μεσημέρι της περασμένη Τετάρτης, στο μεσημβρινό ειδησεογραφικό μαγκαζίνο της τηλεόρασης του ΡΙΚ, το οποίο αναλώθηκε σχεδόν εξ ολοκλήρου στο συγκεκριμένο ζήτημα, έκανε τηλεφωνική παρέμβαση ο στρατηγός ε.α. Γιώργος Μαυρουδής, ο οποίος είπε ότι εκείνο το βράδυ στο Γενικό Νοσοκομείο Λευκωσίας είχαν καταλήξει δύο πολεμικοί ανταποκριτές από την Τουρκία. Την ίδια μέρα η «Χουριέτ», επικαλούμενη τον Κονούκσεβερ, έγραψε ότι ο Αντέμ Γιαβούζ του πρακτορείου ΑΝΚΑ πυροβολήθηκε και σκοτώθηκε στον κήπο του νοσοκομείου, ενώ στην «Κ», ο Κονούκσεβερ διευκρινίζει ότι ο συνάδελφός του πέθανε στο νοσοκομείο των Αδάνων.

Την ίδια στιγμή, αποκαλύπτεται ότι προς τα τέλη Αυγούστου 1974, στο φωτογραφικό εργαστήριο του Χρίστου Γιάγκου παρουσιάστηκε ένας Ελληνοκύπριος έφεδρος αξιωματικός (το όνομα του οποίου κατέχουμε) και ζήτησε να του εμφανίσουν τα φιλμ. Ο Γιάγκου δήλωσε σχετικά στην «Κ»: «Δεν ήταν συμβατικά φιλμ αλλά σλάιντς Agfa. Είπα στον αξιωματικό ότι με την αγορά των σλάιντς δίνεται και σχετική απόδειξη για την εμφάνισή τους από το εργοστάσιο και καλά θα ήταν να τα εμφανίσουν εκεί. Μου είπε πως θα πληρώσει όσο χρειάζεται για να τα εμφανίσω εγώ. Πήγα και αγόρασα ένα amateur kid της Agfa και τα εμφάνισα παρουσία του αξιωματικού. Ηταν τέσσερα ή πέντε φιλμ των 36 σλάιντς. Μόλις τέλειωσα, τα πήρε κι έφυγε. Μετά μερικές ημέρες είδα τις φωτογραφίες να δημοσιεύονται στην εφημερίδα “Η Μάχη”. Ο έφεδρος εκείνος αξιωματικός είχε και τις φωτογραφικές μηχανές του Τούρκου ρεπόρτερ και ενδεχομένως να τις έχει μέχρι σήμερα». Στο ερώτημά μας κατά πόσον είδε και κάδρα με νεκρούς στα σλάιντς, ο Χρίστος Γιάγκου μάς απάντησε ότι ήταν διάφορες φάσεις της τουρκικής επέλασης με πολύ κόσμο, αλλά δεν θυμάται να είδε νεκρούς, εξάλλου, σημείωσε, δεν του δόθηκε χρόνος να παρατηρήσει λεπτομερώς τα κάδρα.

Το βράδυ της Τετάρτης, στο κεντρικό δελτίο ειδήσεων, το ΡΙΚ μετέδωσε ρεπορτάζ του δημοσιογράφου Νίκου Κέττηρου, ο οποίος συνομίλησε, όπως ανέφερε, με τον τότε έφεδρο αξιωματικό και ο οποίος, χωρίς να δεχθεί να αποκαλύψει το όνομά του, είπε ότι τα εμφανισμένα φιλμ, όπως τα πήρε από το εργαστήρι του Χρίστου Γιάγκου, τα παρέδωσε σε αξιωματικό στο ΓΕΕΦ. Ο αξιωματικός, ο οποίος βρίσκεται εν αποστρατεία και είναι πολύ γνωστός στην κυπριακή κοινωνία, όταν κλήθηκε από τον δημοσιογράφο να του πει σχετικά με τα φιλμ, αρνήθηκε πως πήρε ποτέ στα χέρια του τέτοιες φωτογραφίες…


Τουρκοκύπριοι εκτέλεσαν τους αιχμαλώτους

Μετά τις αποκαλύψεις για τους πέντε στρατιώτες, εντοπίσαμε στην Κωνσταντινούπολη τον 70χρονο σήμερα Τούρκο φωτορεπόρτερ Εργκίν Κονούκσεβερ, ο οποίος εργαζόταν τότε για την εφημερίδα Γκιουναϊντίν και τον ρωτήσαμε τα παρακάτω:

– Κύριε Κονούκσεβερ, πώς συλληφθήκατε;

– Ερχόμουν με αυτοκίνητο σε ένα τόπο κοντά στην Πράσινη Γραμμή, μας πυροβόλησαν και χτυπήθηκε ο οδηγός. Το αυτοκίνητο σταμάτησε. Κάποιος φώναξε να βγούμε έξω. Ηταν ένας Ελληνοκύπριος στρατιώτης με αυτόματο. Κατέβηκα. Ημουν τραυματισμένος. Εκαμα δύο βήματα και κάποιος άλλος με χτύπησε στην πλάτη. Μου πήραν τις φωτογραφικές μηχανές και όλα τα φιλμ. Τις δημοσίευσαν και τις δημοσιεύουν ακόμα, αλλά όχι όλες.

– Πόσες φωτογραφίες είχατε βγάλει;

– Είχα τραβήξει 15 με 16 κασέτες (σλάιντς) και είχα και τρεις μηχανές. Τα πήραν όλα. Μετά εμφάνισαν τα φιλμ που έβγαλα εγώ. Πριν από μερικά χρόνια ήρθα στην Κύπρο και μίλησα με τα Ηνωμένα Εθνη (με τη ΔΕΑ).

– Πότε σας κάλεσαν;

– Πρέπει να είναι 5-6 χρόνια τώρα. Με ρώτησαν αν εγώ τράβηξα τις φωτογραφίες, που έβγαλαν από φάκελο και μου έδειξαν, και τους απάντησα καταφατικά. Ρώτησαν μετά «τι απέγιναν τούτοι οι άνθρωποι;» και τους είπα ότι τους σκότωσαν αγωνιστές. Ο τουρκικός στρατός τους παρέδωσε στους αγωνιστές κι εκείνοι τους εκτέλεσαν.

– Αγωνιστές όταν λέτε, εννοείτε Τουρκοκύπριοι;

– Ναι, Τουρκοκύπριοι. Δεν είχε καμιά σχέση ο τουρκικός στρατός.

– Εσείς φωτογραφίσατε και τα πέντε άτομα όταν δολοφονούνταν;

– Ναι. Και αυτά υπάρχουν στις φωτογραφίες εκείνες, που τράβηξα.

– Τους φωτογραφίσατε και όταν τους έθαβαν;

– Ναι, και όταν τους σκότωναν και όταν τους έθαβαν. Αλλά εκείνες τις φωτογραφίες δεν τις δημοσίευσαν ποτέ εκείνοι που πήραν τα φιλμ.

– Δηλαδή βγάλατε φωτογραφίες και όταν τους έριχναν στο πηγάδι;

– Δεν ξέρω για πηγάδι. Ετάφησαν, αλλά δεν ρίφθηκαν σε πηγάδι. Ετάφησαν σε χώρο ανοιχτό, στο χωράφι.

– Πού είδατε δημοσιευμένες τις φωτογραφίες σας για πρώτη φορά;

– Πρώτη φορά δημοσιεύθηκαν στην εφημερίδα London Times, πριν από 35 χρόνια, μάλιστα με αναφορά στο όνομά μου. Το ρεπορτάζ έλεγε ότι οι φωτογραφίες του Εργκίν Κονούκσεβερ θα ρίξουν φως στην ιστορία. Χρησιμοποίησαν μία φωτογραφία και μιαν άλλη έδωσαν σε αμερικανικό πρακτορείο. Οι φωτογραφίες θα έπρεπε να είχαν δοθεί σε μένα. Δεν γίνεται να κατάσχονται οι φωτογραφίες και οι φωτογραφικές μηχανές ενός δημοσιογράφου. Πουθενά δεν γίνεται αυτό. Οταν ήρθα στην Επιτροπή, τα ζήτησα αλλά δεν μου τα έδωσαν. Τότε στην Επιτροπή ήταν πρόεδρος ένας από την Ολλανδία (σ.σ.: Ο Κονούκσεβερ μίλησε στον Ελβετό Πιέρ Κουμπεράν, τότε στη ΔΕΑ). Τους είπα να πουν σε εκείνον που τους έδωσε τις φωτογραφίες να φέρει τις μηχανές μου, αλλά τίποτα δεν έγινε.

«Απαράδεκτο», λένε οι συγγενείς

Οργή, είναι η λέξη που κατά προσέγγιση μπορεί να αποδώσει τα συναισθήματα των συγγενών των πέντε στρατιωτών. Η αδελφή του Γιάννη Παπαγιάννη, Μαρία, λέει στην «Κ»: «Είναι απαράδεκτο, εξοργιστικό, απάνθρωπο. Για 35 χρόνια να γνωρίζουν όλοι, το κράτος, το ΓΕΕΦ, οι κυβερνήσεις κι εμάς να μας έχουν αφήσει στο σκοτάδι. Ακόμα και από την Επιτροπή Συγγενών Αγνοουμένων για 35 χρόνια κανείς δεν μας έκανε ένα τηλεφώνημα. Πρόκειται για ένα δεύτερο έγκλημα μια δεύτερη προδοσία».

«Του χρωστώ τη ζωή και τον περιμένω στην Πόλη»

19 Ιουλίου 2009. Εχουν περάσει 35 χρόνια από την εισβολή και ο Τούρκος φωτορεπόρτερ Εργκίν Κονούκσεβερ βρέθηκε στα κατεχόμενα προσκεκλημένος του κ. Ταλάτ στις εκδηλώσεις για την επέτειο. Με την μεσολάβηση ενός Τουρκοκύπριου, ο 70χρονος ρεπόρτερ συνάντησε τον Ελληνοκύπριο χειρουργό, στον οποίο όπως λέει χρωστά τη ζωή του. Πρόκειται για τον 81χρονο Ανδρέα Δημητριάδη, ο οποίος ευχαριστήθηκε πολύ που είδε τον Τούρκο δημοσιογράφο, όπως λέει στην «Κ»: «Ενιωσα μεγάλη ευχαρίστηση που ήρθε να με συναντήσει και να με ευχαριστήσει. Η ιπποκράτειος αρετή είναι για μένα αδιαπραγμάτευτη. Αντιλαμβάνομαι πώς ένιωσε και ο ίδιος τότε, όταν μέσα από την κόλαση του πολέμου ένας άνθρωπος, τον προστάτευσε και τον περιέθαλψε. Με τη συνάντησή μας στείλαμε προς όλες τις κατευθύνσεις και κυρίως προς τις εμπλεκόμενες πλευρές στο Κυπριακό, το μήνυμα ότι αυτός ο τόπος χρειάζεται μια μόνιμη ειρήνη».

Ρωτήσαμε τον Τούρκο ρεπόρτερ, τι άνθρωπος είναι ο Δημητριάδης: «Οταν με πήγαν στο Γ.Ν. Λευκωσίας ήμουν πάνω σε φορείο. Κάποιοι εκεί άρχισαν να με γρονθοκοπούν. Ηρθε όμως ο γιατρός, τους απομάκρυνε, μου είπε να μην φοβάμαι και πρόσθεσε: «Είμαι γιατρός, έδωσα τον όρκο του Ιπποκράτη. Δεν με ενδιαφέρει αν ο ασθενής είναι Τούρκος ή από κάποιο άλλο έθνος. Το καθήκον μου είναι να θεραπεύω τους ασθενείς που έρχονται κοντά μου». Μετά, με χειρούργησε και στη συνέχεια με έβαλε σε κάποιο θάλαμο.

Στο νοσοκομείο έφεραν και τον συνάδελφό μου Αντέμ Γιαβούζ –απεσταλμένο του πρακτορείου ΑΝΚΑ– τραυματισμένο, ενώ όταν ήμασταν μαζί δεν είχε τραυματισθεί. Μετά έμαθα ότι στον κήπο του νοσοκομείου ένας στρατιώτης τον πυροβόλησε στην κοιλιά. Ο γιατρός, ο Δημητριάδης, τον χειρούργησε κι αυτόν, πέντε φορές. Κατέβαλε μεγάλη προσπάθεια να τον σώσει. Τελικά τον έστειλαν στην τουρκική πλευρά και από εκεί τον πήγαν αμέσως στο νοσοκομείο των Αδάνων, όπου και πέθανε. Ο ίδιος, λέει, έμεινε στο Γ.Ν. Λευκωσίας συνολικά δώδεκα μέρες: «Μετά με πήγαν σε νοσοκομείο στη Λεμεσό και μετά με έβαλαν σε ένα κελί. Εκεί η πληγή μου άρχισε να αιμορραγεί και ανέβασα πυρετό κι έτσι με πήγαν ξανά στο νοσοκομείο. Μετά δύο μέρες με απελευθέρωσαν. Ο γιατρός με έσωσε και το λέω όπου κάτσω κι όπου σταθώ. Να του δώσετε πολλά χαιρετίσματα και να του πείτε ότι τον περιμένω στην Πόλη».

Πηγή:
http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_ell_2_15/08/2009_325877


Δεν υπάρχουν σχόλια: